ΤΕΡΜΑ ΣΤΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΟΛΠ ΑΕ ΣΤΟ ΤΙΜΗΜΑ ΤΩΝ ΝΑΥΑΓΙΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΒΛΑΒΩΝ ΠΛΟΙΩΝ. ΚΑΠΟΙΟΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΤΟΙΜΑΣΤΟΥΝ ΓΙΑ ΣΚΛΗΡΑ ΠΟΙΝΙΚΑ ΑΚΡΟΑΤΗΡΙΑ.ΚΑΙ ΚΑΠΟΙΟΙ ΑΛΛΟΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΥΡΙΣΟΥΝ ΤΑ ΚΛΕΜΜΕΝΑ ΠΙΣΩ

2020-05-26

Διαβάστε ολόκληρη την με αριθμό 780/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία τερματίζονται τα δήθεν προνόμια της ΟΛΠ ΑΕ επί του τιμήματος ναυαγίων και επικινδύνων και επιβλαβών πλοίων, τα οποία το κύκλωμα εκποιεί σε τιμές υπο-πολλαπλάσιες της πραγματικής. Θα επανέλθουμε με ονόματα και διευθύνσεις....

Αριθμός απόφασης 780/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Διαδικασία περιουσιακών διαφορών

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευαγγελία Μπέλλου, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από το Τριμελές Συμβούλιο Διοίκησης του Πρωτοδικείου, και από τη Γραμματέα Σπυριδούλα Βαλλιανάτου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 29η Οκτωβρίου 2019 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΑΝΑΚΟΠΤΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία ..., που εδρεύει στον ...... ...... (... και εκπροσωπείται νόμιμα, που εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Κίμωνα Γκιουλιστάνη (ΑΜΔΣΠ 2562), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις και προσκόμισε το υπ' αριθ. ... γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιώς.

ΤΩΝ ΚΑΘ' ΩΝ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: 1) Δ. Ο. Υ. (Δ.Ο.Υ.) Π. Π., που εδρεύει στον ....Αττικής (... και εκπροσωπείται νόμιμα, που εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από τη δικαστική πληρεξούσια του Ν.Σ.Κ. Παναγιώτα Φραντζή (ΑΜΝΣΚ 567), 2) Α. Δ. Γ., που έχει διορίσει ως αντίκλητο τον Γεώργιο Τρανταλίδη, κάτοικο ..... (...), ο οποίος δεν εμφανίσθηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο, 3) Εταιρίας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία ... που εδρεύει στα ...), που έχει διορίσει αντίκλητο τον Μάριο Χαλιακόπουλο, κάτοικο ..... ...), η οποία δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο, και 4) Ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία ..., που εδρεύει στο ........... (... και εκπροσωπείται νόμιμα, που εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από την πληρεξούσια δικηγόρο της Έβελιν Ασπιώτη - Κάγκαλου (ΑΜΔΣΑ 36793), η οποία κατέθεσε προτάσεις και προσκόμισε το υπ' αριθ. ... γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιώς.

Η ανακόπτουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 23.07.2019 με Γ.Α.Κ. 6868/2019 και με Ε.Α.Κ. 3441/2019 ανακοπή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου, προσδιορίσθηκε για να συζητηθεί στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, και εγγράφηκε στο πινάκιο.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε στη σειρά της από το πινάκιο και συζητήθηκε.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τις υπ' αριθ. ... και ... εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Πειραιά, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιά, Ν. Ν., τις οποίες προσάγει με επίκληση η ανακόπτουσα, προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της ανακοπής, με έκθεση κατάθεσης δικογράφου, πράξη ορισμού συζήτησης, παραγγελία προς επίδοση και κλήση προς συζήτηση στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα με επιμέλειά της στους δεύτερο και τρίτη των καθ' ων η ανακοπή (άρθρα 122 παρ. 1, 123, 127 παρ. 1, 129, 591 παρ. 1 περ. α', 972 παρ. 1 περ. α' ΚΠολΔ). Περαιτέρω, από τα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου προκύπτει ότι όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε στη σειρά της από το πινάκιο στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, ο δεύτερος και η τρίτη των καθ' ων η ανακοπή δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο. Πρέπει, επομένως, αυτοί να δικασθούν ερήμην (άρθρα 271 παρ. 1 και 2 εδ. α', 585 παρ. 1, 591 παρ. 1 εδ. α', 614 επ., 937 παρ. 3, 979 παρ. 2 εδ. α' ΚΠολΔ).

Ι. Από τη διάταξη του άρθρου 62 εδ. α' ΚΠολΔ συνάγεται ότι ικανότητα διαδίκου έχει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει την ικανότητα να είναι υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Η ικανότητα διαδίκου αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση της δίκης, η συνδρομή της οποίας εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο, με βάση τη διάταξη του άρθρου 73 ΚΠολΔ. Κατά την έννοια της προαναφερόμενης διάταξης του άρθρου 62 εδ. α' ΚΠολΔ, ικανότητα διαδίκου δεν έχει οποιαδήποτε υπηρεσία του Ελληνικού Δημοσίου, διότι σε αυτήν δεν απονέμεται από κάποια διάταξη νόμου ικανότητα να είναι υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, ανεξάρτητη από το Ελληνικό Δημόσιο (Βλ. ΑΠ 1083/2013, ΕΠατρ 88/2011, ΜονΕΘ 1607/2017, δημοσιευμένες σε ΤΝΠ NOMOS). Περαιτέρω, από το άρθρο 126 παρ. 1 περ. δ΄ ΚΠολΔ συνάγεται ότι η επίδοση για το δημόσιο γίνεται σε εκείνους που το εκπροσωπούν σύμφωνα με το νόμο. Επίσης, από το άρθρο 5 παρ. 1 και 2 του Διατάγματος της 26ης.6/10ης.7.1944 «περί Κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου» συνάγεται ότι μόνο οι κοινοποιήσεις προς τον Υπουργό Οικονομικών οποιουδήποτε δικογράφου επί δικών του Δημοσίου παράγουν νόμιμες συνέπειες, καθώς και ότι η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και όταν το Δημόσιο εκπροσωπείται δικαστικώς από άλλον, εκτός του Υπουργού των Οικονομικών, είτε από τους διευθυντές των ταμείων ή τους οικονομικούς εφόρους ή τελώνες ή οποιοδήποτε άλλο κρατικό όργανο, οπότε η επίδοση προς τον Υπουργό των Οικονομικών απαιτείται προσθέτως, με συνέπεια, σε περίπτωση παράλειψής της, ακυρότητα που ερευνάται αυτεπαγγέλτως. Από τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται ότι για να είναι έγκυρη η επίδοση δικογράφου προς το Δημόσιο, πρέπει να γίνει, με ποινή ακυρότητας (ή απαραδέκτου για τις δίκες του ΚΕΔΕ), επίδοση στον Υπουργό Οικονομικών και στο αρμόδιο όργανο και τούτο για την εξασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου. Σε αντίθετη περίπτωση, δηλαδή αν δεν επιδοθεί το δικόγραφο και στον Υπουργό Οικονομικών, η επίδοση δεν έχει ολοκληρωθεί και δεν παράγει έννομες συνέπειες, με αποτέλεσμα, ανεξαρτήτως βλάβης του Δημοσίου, να επέρχεται ακυρότητα (ή απαράδεκτο), που εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο (Βλ. ΟλΑΠ 34/1988 ΝοΒ 1989.1200, ΑΠ 786/2014, ΑΠ 1570/2013, ΕΔωδ 172/2017, ΜονΕΠ 577/2015, δημοσιευμένες σε ΤΝΠ NOMOS). Ήδη, όμως, με το Ν. 4389/2016 συστήθηκε Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή χωρίς νομική προσωπικότητα με την επωνυμία «Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων» («Α.Α.Δ.Ε.»), με σκοπό τον προσδιορισμό, τη βεβαίωση και την είσπραξη των φορολογικών, τελωνειακών και λοιπών δημοσίων εσόδων που άπτονται του πεδίου των αρμοδιοτήτων της (άρθρο 1 παρ. 1). Με το άρθρο 36 παρ. 1 του παραπάνω νομοθετήματος ορίζεται ότι «1. Η Αρχή εκπροσωπείται δικαστικώς και εξωδίκως από τον Διοικητή της και παρίσταται αυτοτελώς, εκπροσωπώντας το Δημόσιο, σε κάθε είδους δίκες που έχουν ως αντικείμενο πράξεις ή παραλείψεις της ή τις έννομες σχέσεις που την αφορούν. Οι επιδόσεις των δικογράφων στις δίκες αυτές γίνονται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις προς τον Διοικητή, αντί του Υπουργού των Οικονομικών...», ενώ από τη μεταβατικού δικαίου διάταξη του άρθρου 43 προκύπτει ότι οι διατάξεις του πρώτου κεφαλαίου του νομοθετήματος -μεταξύ των οποίων- και η προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 36 παρ. 1 ισχύουν από την 01.01.2017. Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων συνάγεται ότι για να είναι έγκυρη η επίδοση προς το Ελληνικό Δημόσιο από την 01.01.2017, πρέπει αυτή να γίνεται με ποινή ακυρότητας στο Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. και στο αρμόδιο όργανο, ενώ καταργήθηκε η υποχρέωση κοινοποίησης στον Υπουργό Οικονομικών. Σε αντίθετη περίπτωση, δηλαδή αν δεν επιδοθεί το δικόγραφο και στον Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., η επίδοση δεν έχει ολοκληρωθεί και δεν παράγει έννομες συνέπειες, με αποτέλεσμα, ανεξαρτήτως βλάβης του Ελληνικού Δημοσίου ή της παράστασής του ενώπιον του Δικαστηρίου, να επέρχεται απαράδεκτο ή ακυρότητα, η οποία εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (Βλ. ΠΠΗ 31/2019 ΤΝΠ NOMOS, πρβλ. ΟλΑΠ 34/1988, ΑΠ 1274/2014, ΑΠ 126/2012, δημοσιευμένες σε ΤΝΠ NOMOS). ΙΙ. Από τη διάταξη του άρθρου 1012 παρ. 3 ΚΠολΔ, όπως το άρθρο αυτό ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 1 άρθρο όγδοο παρ. 2 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α' 87/23.7.2015), συνάγεται ότι σε περίπτωση πλειστηριασμού κατασχεμένου πλοίου η σειρά των δανειστών στον πίνακα κατάταξης γίνεται κατά πρώτο λόγο σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΙΝΔ. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 205 ΚΙΝΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 214 Ν. 4072/2012 (ΦΕΚ Α' 86), «Είναι προνομιούχοι επί του πλοίου και του ναύλου κατά την κατωτέρω τάξιν μόνον αι ακόλουθαι απαιτήσεις: α) οι συναφείς προς την ναυσιπλοΐαν φόροι, τα δικαστικά έξοδα τα γενόμενα προς το κοινόν συμφέρον των δανειστών, τα βαρύνοντα το πλοίον τέλη και δικαιώματα ως και τα εκ της ναυτολογήσεως των ναυτικών δικαιώματα του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου και τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν ή επιβάλλονται από το Γραφείο Ευρέσεως Ναυτικής Εργασίας υπέρ του Κεφαλαίου Ανεργίας και Ασθενείας Ναυτικών (Κ.Α.Α.Ν.), β) αι εκ της συμβάσεως εργασίας πηγάζουσαι απαιτήσεις του πλοιάρχου και του πληρώματος ως και από του κατάπλου του πλοίου εις τον τελευταίον λιμένα έξοδα φυλάξεως και συντηρήσεως, γ) τα έξοδα και αι αμοιβαί λόγω επιθαλασσίου αρωγής διασώσεως και ναυαγιαιρέσεως, δ) αι λόγω συγκρούσεως ή προσκρούσεως πλοίων οφειλόμενοι αποζημιώσεις εις τα πλοία, τους επιβάτας και τα φορτία. Τα προνόμια προηγούνται της υποθήκης». Με τις παραπάνω διατάξεις καθιερώνεται ειδική σειρά κατάταξης σε περίπτωση πλειστηριασμού πλοίου και προσδιορίζεται κατ' αποκλειστικότητα και προτεραιότητα η κατάταξη των ναυτικών προνομίων, τα οποία εκτοπίζουν κάθε άλλο προνόμιο του κοινού δικονομικού δικαίου. Τα γενικά και ειδικά προνόμια των διατάξεων του ΚΠολΔ δεν στερούνται σημασίας στην κατάταξη επί πλειστηριασμού πλοίου, αλλά ακολουθούν μετά την κατάταξη των ναυτικών προνομίων και της ναυτικής υποθήκης επί του απομένοντος υπολοίπου, κατά την έκταση που οι απαιτήσεις αυτές δεν καλύπτονται από το άρθρο 205 ΚΙΝΔ (Βλ. ΜονΕΠ 577/2015 ΤΝΠ NOMOS). Στην προκειμένη περίπτωση με την ανακοπή εκτίθεται ότι με επίσπευση της τέταρτης των καθ' ων στον αναφερόμενο με το δικόγραφο χρόνο πλειστηριάσθηκε αναγκαστικά το υπό ελληνική σημαία Ε/Γ - Ο/Γ - Τ/Χ πλοίο ... πλοιοκτησίας της ναυτικής εταιρίας με την επωνυμία ...». Ότι λόγω ανεπάρκειας του πλειστηριάσματος, ποσού 1.500.000 ευρώ, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού συνέταξε τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, με τον οποίο, κατόπιν αφαίρεσης των εξόδων εκτέλεσης, στο υπόλοιπο του πλειστηριάσματος δεν κατέταξε την ανακόπτουσα, ενώ κατέταξε τους καθ' ων η ανακοπή ως εξής: Α) Την πρώτη καθ' ης προνομιακά και οριστικά στην πρώτη τάξη ναυτικών προνομίων του άρθρου 205 περ. α' ΚΙΝΔ, για το ποσό των 2.258,54 ευρώ, Β) Τον δεύτερο καθ' ου τυχαία και προνομιακά στη δεύτερη τάξη ναυτικών προνομίων του άρθρου 205 περ. α' ΚΙΝΔ για το ποσό των 11.600 ευρώ, Γ) Την τρίτη καθ' ης τυχαία και προνομιακά στη δεύτερη τάξη ναυτικών προνομίων του άρθρου 205 περ. β' ΚΙΝΔ για το ποσό των 70.900,25 ευρώ, και Δ) Την τέταρτη καθ' ης οριστικά για το ποσό του 1.411.636,77 ευρώ, το οποίο αποτελεί μέρος των ασφαλισμένων με προτιμώμενη ναυτική υποθήκη απαιτήσεών της. Ότι οι απαιτήσεις, συνολικού ποσού 88.252,42 ευρώ, για τις οποίες αναγγέλθηκε εμπρόθεσμα η ανακόπτουσα με την από 04.09.2018 αναγγελία της, το περιεχόμενο της οποίας ενσωματώνεται στο δικόγραφο της ανακοπής, αφορούν σε δικαιώματα παραβολής του πλειστηριασθέντος πλοίου σε ιδιωτικά ναυπηγεία κατά το χρονικό διάστημα από 01.12.2013 έως 17.08.2018, και τυγχάνουν προνομιακές, με βάση το άρθρο 205 περ. α' ΚΙΝΔ, διότι αποτελούν τέλη και δικαιώματα που βαρύνουν το πλειστηριασθέν πλοίο. Με βάση το ιστορικό αυτό, με το συνοπτικά προεκτεθέν περιεχόμενο, για τον αναφερόμενο στο δικόγραφο της ανακοπής λόγο, ζητείται η μεταρρύθμιση του προσβαλλόμενου πίνακα κατάταξης, ώστε να καταταγεί σε αυτόν προνομιακά η ανακόπτουσα για το ποσό των 88.252,42 ευρώ, με αντίστοιχη αποβολή των αντιδίκων της. Με αυτό το περιεχόμενο και κύριο αίτημα, η ανακοπή αρμόδια εισάγεται προς συζήτηση κατά την προσήκουσα ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών στο Δικαστήριο τούτο, το οποίο είναι καθ' ύλην, κατά τόπο και λειτουργικά αρμόδιο (άρθρα 979 παρ. 2 εδ. α', 933 παρ. 1 εδ. α' και 3, 937 παρ. 3, 614 επ. ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 51 παρ. 1 περ. α' και 3 Α Ν. 2172/1993). Περαιτέρω, η πρόσκληση του υπαλλήλου του πλειστηριασμού προς γνώση του προσβαλλόμενου πίνακα κατάταξης επιδόθηκε στην ανακόπτουσα την 10.07.2019 (Βλ. την με ίδια ημερομηνία επισημείωση του δικαστικού επιμελητή Σ. Γ. επί της υπ' αριθ. ... πρόσκλησης δανειστών), η δε ανακοπή κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου την 24.07.2019 (Βλ. τη συνημμένη στο δικόγραφο έκθεση κατάθεσης δικογράφου), και επιδόθηκε στους καθ' ων η ανακοπή την 25.07.2019 (Βλ. τις υπ' αριθ. ... ..., ... και ... εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Πειραιώς, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιώς, Ν. Ν.). Κατά το σκέλος που η ανακοπή στρέφεται σε βάρος της πρώτης καθ' ης η ανακοπή, Δ. Ο. Υ. (Δ.Ο.Υ.) Π. Π., η οποία αποτελεί δημόσια υπηρεσία χωρίς νομική αυτοτέλεια και ως εκ τούτου δεν έχει ικανότητα διαδίκου, κατά την έννοια του άρθρου 62 εδ. α' ΚΠολΔ, ο Προϊστάμενος της ως άνω υπηρεσίας εκπροσωπεί το Ελληνικό Δημόσιο, το οποίο και είναι διάδικος με την ιδιότητα του καθ' ου στην παρούσα δίκη, κατ' επιτρεπτή εκτίμηση του δικογράφου της ανακοπής (Βλ. ΑΠ 1083/2013, ό.π.). Όμως, κατά το σκέλος που στρέφεται σε βάρος του παραπάνω διαδίκου η ανακοπή είναι απαράδεκτη και ως εκ τούτου απορριπτέα, διότι εντός της προβλεπόμενης με τη διάταξη του άρθρου 979 παρ. 2 ΚΠολΔ προθεσμίας για την άσκησή της η ανακόπτουσα επέδωσε αντίγραφο της ανακοπής μόνο στη Δ.Ο.Υ. Πλοίων Πειραιά (Βλ. την προαναφερόμενη υπ' αριθ. ... έκθεση επίδοσης), χωρίς να προκύπτει, ούτε άλλωστε η ίδια επικαλείται, ότι επέδωσε το δικόγραφο της ανακοπής και στο Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., όπως όφειλε, με αποτέλεσμα η επίδοση της ανακοπής να μην έχει ολοκληρωθεί και να μην παράγει έννομες συνέπειες, σύμφωνα με όσα διαλαμβάνονται στην πρώτη νομική σκέψη που προηγήθηκε. Κατά τα λοιπά, αναφορικά δηλαδή με τους λοιπούς καθ' ων, η ανακοπή έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 144 παρ. 1 και 3, 979 παρ. 2 εδ. α' ΚΠολΔ. Επίσης, αντίγραφο της ανακοπής επιδόθηκε την 03.12.2018 και στον υπάλληλο του πλειστηριασμού (Βλ. την υπ' αριθ. ... έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Πειραιώς, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιώς, Ν. Ν.). Ωστόσο, αναφορικά με τους δεύτερο και τρίτη των καθ' ων η ανακοπή, Α. Δ. και εταιρία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία ... αντίστοιχα, η ανακοπή τυγχάνει απαράδεκτη λόγω έλλειψης έννομου συμφέροντος, κατ' αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου (άρθρα 68, 73 ΚΠολΔ), και, επομένως, είναι για τον λόγο αυτόν απορριπτέα ως προς τους παραπάνω διαδίκους. Ειδικότερα, λαμβάνοντας υπόψη αφενός το ποσό του πλειστηριάσματος (1.500.000 ευρώ), αφετέρου το ύψος των απαιτήσεων της ανακόπτουσας (88.252,42 ευρώ), καθώς και το ύψος των απαιτήσεων των ως άνω διαδίκων (11.600 ευρώ και 70.900,25 ευρώ, αντίστοιχα), οι οποίοι κατατάχθηκαν προνομιακά στη δεύτερη τάξη προνομίων του άρθρου 205 ΚΙΝΔ, σε συνδυασμό με το ότι με την ανακοπή δεν αμφισβητούνται οι καταταχθείσες απαιτήσεις του δεύτερου και της τρίτης των καθ' ων, ούτε ο προνομιακός τους χαρακτήρας, ακόμη και εάν γινόταν δεκτός ο μοναδικός λόγος της ανακοπής, ο οποίος αφορά την ύπαρξη προνομίου της ανακόπτουσας στην πρώτη τάξη του άρθρου 205 ΚΙΝΔ, η μεταρρύθμιση του προσβαλλόμενου πίνακα δεν θα έβλαπτε τους δεύτερο και τρίτη των καθ' ων η ανακοπή, αλλά θα έβλαπτε μόνο την τέταρτη καθ' ης η ανακοπή - ενυπόθηκη δανείστρια, η οποία κατατάχθηκε για το ποσό του 1.411.636,77 ευρώ, στο υπόλοιπο του πλειστηριάσματος, μετά την ικανοποίηση των απαιτήσεων που εξοπλίζονται με ναυτικό προνόμιο. Με βάση τις παραπάνω παραδοχές, πρέπει η ανακοπή, στην οποία ενσωματώνονται η από 04.09.2018 αναγγελία της ανακόπτουσας, καθώς και τα εκδοθέντα για τις απαιτήσεις της τιμολόγια, επομένως, περιέχει ακριβή περιγραφή των απαιτήσεων, των οποίων ζητείται η κατάταξη, απορριπτομένων των ενάντια υποστηριζόμενων από την τέταρτη καθ' ης η ανακοπή, να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό, καθώς και τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα του προβαλλόμενου λόγου της, κατά το σκέλος που στρέφεται σε βάρος της τέταρτης καθ' ης η ανακοπή.

Από τη διάταξη του άρθρου 205 περ. α' ΚΙΝΔ, όπως το άρθρο αυτό ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 214 Ν. 4072/2012 (ΦΕΚ Α' 86), συνάγεται ότι στην πρώτη τάξη ναυτικών προνομίων κατατάσσονται -μεταξύ άλλων- τα τέλη και δικαιώματα που βαρύνουν το πλοίο. Ως «τέλος», κατά την έννοια της παραπάνω διάταξης, νοείται η χρηματική παροχή την οποία επιβάλλει το κράτος ή ν.π.δ.δ., με βάση νομοθετική εξουσιοδότηση, σε όσους χρησιμοποιούν ορισμένη υπηρεσία δημόσιας φύσης προς κάλυψη της δαπάνης που συνεπάγεται η οργάνωση και παροχή της υπηρεσίας αυτής. Συνεπώς, κύριο χαρακτηριστικό του τέλους είναι ότι αποτελεί αντάλλαγμα προσφερόμενης ειδικής δημόσιας υπηρεσίας (Βλ. ΜονΕΠ 16/2013 ΤΝΠ NOMOS, Αντάπαση Α./Αθανασίου Λ., Ναυτικό Δίκαιο, σελ. 296, αριθ. περιθ. 588). Από το «τέλος» διακρίνεται το «δικαίωμα» που βαρύνει το πλοίο, το οποίο αποτελεί το αντίτιμο ειδικής παροχής ή υπηρεσίας του κράτους ή άλλου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, η οποία όμως δεν είναι δημόσιας, κατά κυριολεξία, φύσης. Ενίοτε ο όρος «δικαίωμα» χρησιμοποιείται στην πράξη για να υποδηλώσει το αντίτιμο ορισμένης ειδικής υπηρεσίας προς το πλοίο, η οποία όμως δεν παρέχεται κατά κανόνα από το κράτος. Είναι προφανές ότι τα «δικαιώματα» που απορρέουν από έννομες σχέσεις μεταξύ ιδιωτών δεν καλύπτονται από το ως άνω προνόμιο. Περαιτέρω, με το Ν. 4748/1930 (ΦΕΚ 166 Α'), ο οποίος αναμορφώθηκε με τον Α.Ν. 1559/1950 (ΦΕΚ 252 Α'), που κυρώθηκε, τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το Ν. 1630/1951 (ΦΕΚ 8 Α'), ιδρύθηκε το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς», το οποίο ορίσθηκε αποκλειστικά αρμόδιο για τη διοίκηση και τη γενική εκμετάλλευση του Λιμένος Πειραιώς. Ακολούθως, με το άρθρο πρώτο του Ν. 2688/1999 (ΦΕΚ/Α/40/1.3.1999), ο οποίος άρχισε να ισχύει, κατά το άρθρο εικοστό, δύο μήνες μετά τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, το ως άνω νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου μετατράπηκε σε ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία Ο. Λ. Π. Α. Ε.» και με διακριτικό τίτλο «... και ορίσθηκε ότι πρόκειται για ανώνυμη εταιρία κοινής ωφέλειας με σκοπό την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, η οποία λειτουργεί κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, απολαμβάνει διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας, τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, και διέπεται από τον παραπάνω νόμο, από τον κ.ν. 2190/1920, και συμπληρωματικά από τις διατάξεις του Ν. 2414/1996 (ΦΕΚ 135 Α'), καθώς και του α.ν. 1559/1950. Με το άρθρο δεύτερο παρ. 1 α του ίδιου νομοθετήματος ορίσθηκε ότι: «Οι διατάξεις του α.ν. 1559/1950 εφαρμόζονται αναλόγως στην Εταιρία ... εκτός εκείνων που αναφέρονται σε θέματα τα οποία ρυθμίζονται διαφορετικά από τις διατάξεις του παρόντος νόμου που αφορούν την ..., ενώ σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 παρ. 1 και 2 περ. δ΄του Α.Ν. 1559/1950, η .... απολαμβάνει όλων των προνομίων, απαλλαγών και ατελειών που απολαμβάνει το Δημόσιο σε όλες τις δημόσιες και ιδιωτικές σχέσεις και συναλλαγές του και εφαρμόζονται εν γένει επ' αυτής όλες οι σχετικές διατάξεις εξαιρετικού δικαίου που ισχύουν εκάστοτε για το Δημόσιο. Ειδικότερα, κατά τα άρθρα 4 παρ. 7 και 13 του ΑΝ 1559/1950 «Περί Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς», που κυρώθηκε με το Ν. 1630/1951, ο Οργανισμός καθορίζει τα τιμολόγια και τους εν γένει όρους εργασίας εκάστης των υπηρεσιών του, καθώς και κάθε εργασίας που εκτελείται στο λιμένα, δύναται δε να καθορίζει επίσης και τη διαδικασία είσπραξης και πληρωμών των ως άνω εργασιών, ενώ κατόπιν κοινής απόφασης των Υπουργών Δημοσίων Έργων και Εμπορικής Ναυτιλίας επιβάλλει δικαιώματα επί των πλοίων και πλωτών μέσων εν γένει διά την προσόρμιση, την παραβολή και την παραμονή τους στην περιοχή του λιμένα. Σε εκτέλεση της παρεχομένης από τις διατάξεις των άρθρων 14 και 21 παρ. 2 του νόμου αυτού εξουσιοδότησης, εκδόθηκαν μέσα στα όρια αυτής, ειδικοί κανονισμοί, με τους οποίους καθορίσθηκαν τα τέλη και δικαιώματα του .... Με τον εγκριθέντα με την υπ' αριθ. 16040/1961 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Δημοσίων Έργων και Εμπορικής Ναυτιλίας (ΦΕΚ Β΄162) ειδικό κανονισμό του ... καθορίσθηκαν τα τέλη και δικαιώματα του Οργανισμού για την προσόρμιση, παραβολή, πρυμνοδέτηση, ελλιμενισμό κλπ. των πλοίων, τα οποία (δικαιώματα) κατά το άρθρο 11 βαρύνουν και παρακολουθούν το πλοίο, ενώ με τη διάταξη του άρθρου 19 παρ. 6 του ΚΟΔ/... [Κανονισμός Οικονομικής Διαχείρισης του ..., που εγκρίθηκε με την υπ' αριθ. 45057/11/72 κοινή απόφαση Υ.Π.Ν.Μ.Ε. και Οικονομικών (ΦΕΚ 57/18.1.973)] ορίσθηκε ότι «προκειμένου περί δικαιωμάτων παραβολής, προσορμίσεως, επισκευής και αργίας ...εάν το εκπλειστηριαζόμενο πράγμα είναι πλοίο, ο ... κατατάσσεται προνομιακώς κατά την εν άρθρω 205 εδαφ. α΄ του ΚΙΝΔ οριζομένην τάξιν, ως βαρύνοντα και παρακολουθούντα το πλοίο». Συνεπώς, υπό την ισχύ του ως άνω νομοθετήματος η .... απολάμβανε όλων των προνομίων, απαλλαγών και ατελειών, που απολαμβάνει το Δημόσιο σε όλες τις δημόσιες και ιδιωτικές συναλλαγές του (Βλ. ΑΠ 1247/2001 ΕλλΔνη 43.167, ΕΠ 934/2006 ΕΝΔ 2007.44). Εξάλλου, την 8η Ιουλίου 2016 δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ο Ν. 4404/2016 (Α΄ 126) «Για την κύρωση της από 24 Ιουνίου 2016 τροποποίησης και κωδικοποίησης σε ενιαίο κείμενο της από 13 Φεβρουαρίου 2002 Σύμβασης Παραχώρησης μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και της Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς ΑΕ και άλλες διατάξεις». Στο άρθρο 1 του νόμου αυτού ορίζεται ότι: «Α. Κυρώνεται και αποκτά ισχύ τυπικού νόμου από κοινού με τα προσαρτήματα αυτής, η από 24 Ιουνίου 2016 σύμβαση, που τιτλοφορείται «Σύμβαση Παραχώρησης σχετικά με τη Χρήση και την Εκμετάλλευση Ορισμένων Χώρων και Περιουσιακών Στοιχείων εντός του Λιμένος Πειραιώς» και η οποία συνήφθη μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της ... η οποία κρίνεται συμφέρουσα και επωφελής για το Ελληνικό Δημόσιο. Η Σύμβαση Παραχώρησης παρατίθεται στην ελληνική γλώσσα», και στη συνέχεια περιλαμβάνεται στο νομοθετικό κείμενο κατά λέξη ολόκληρο το περιεχόμενο της Σύμβασης. Σύμφωνα με τις εξουσιοδοτικές διατάξεις που περιέχονται στο άρθρο 35 του Ν. 2932/2001 (ΦΕΚ Α΄145/27.7.2001), το Ελληνικό Δημόσιο και ο ... συνήψαν την 13η Φεβρουαρίου του έτους 2002 σύμβαση παραχώρησης, με την οποία το Ελληνικό Δημόσιο παραχώρησε στον ... το αποκλειστικό δικαίωμα χρήσης και εκμετάλλευσης των γηπέδων, κτιρίων, εγκαταστάσεων και υποδομών της χερσαίας λιμενικής ζώνης του Λιμένος Πειραιώς για αρχική διάρκεια σαράντα (40) ετών, και προσδιορίσθηκαν οι ειδικότεροι όροι της παραχώρησης αυτής και οι αντίστοιχες υποχρεώσεις των μερών. Τροποποιήσεις της Σύμβασης του 2002, συμπεριλαμβανομένης της παράτασης της διάρκειας της παραχώρησης κατά δέκα (10) έτη, εγκρίθηκαν για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου δυνάμει κοινής υπουργικής απόφασης την 19.11.2008 (ΦΕΚ Β' 2372/21.11.2008). Οι συμφωνηθείσες τροποποιήσεις περιλήφθηκαν σε πρόσθετη στη Σύμβαση του έτους 2002 πράξη, που υπογράφηκε μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του ... την 18.11.2008. Στη συνέχεια η Σύμβαση του 2002, όπως τροποποιήθηκε από την Προσθήκη του 2008, κυρώθηκε με τα άρθρα 1 και 3 του Ν. 3654/2008 (ΦΕΚ Α' 57/3.4.2008). Με βάση τα παραπάνω, στον Λιμένα Πειραιώς φορέας διοίκησης και εκμετάλλευσης ήταν η εν λόγω ανώνυμη εταιρία, η οποία δε διαχειριζόταν την ιδιωτική της περιουσία, αλλά ενεργούσε ως δημόσιο όργανο, που απέβλεπε στην εξυπηρέτηση σκοπού δημοσίου συμφέροντος, συνιστάμενου ειδικότερα στην εύρυθμη διεξαγωγή των θαλάσσιων συγκοινωνιών και μεταφορών και στην εν γένει εξυπηρέτηση του εμπορίου. Σύμφωνα με το Ν. 3986/2011 (ΦΕΚ Α΄ 152/1.7.2011), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, το ιδρυθέν με το νόμο αυτό Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας Ελληνικού Δημοσίου Α.Ε. (Τ.Α.Ι.Π.Ε.Δ.) υπό τη μορφή ανώνυμης εταιρίας, απέκτησε πλειοψηφικό πακέτο συμμετοχής στον ..., που αντιστοιχεί σε συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιό του κατά ποσοστό 74,14%. Δυνάμει απόφασης, που λήφθηκε την 5.3.2014, το Διοικητικό Συμβούλιο του Τ.Α.Ι.Π.Ε.Δ. αποφάσισε και ενέκρινε την προτεινόμενη πώληση μετοχών του ... (που αντιστοιχούν συνολικά σε ποσοστό 67% του υφιστάμενου μετοχικού του κεφαλαίου), μέσω διεθνούς διαγωνιστικής διαδικασίας, διαρθρωμένης σε δύο φάσεις (Διαδικασία Αξιοποίησης), μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου της προσυμβατικής νομιμότητας της οποίας από το Ελεγκτικό Συνέδριο, το τελευταίο εξέδωσε απόφαση, με την οποία αποφάνθηκε υπέρ της νομιμότητας και επέτρεψε στο Τ.Α.Ι.Π.Ε.Δ. τη σύναψη σύμβασης αγοραπωλησίας μετοχών για την πώληση συνολικά 16.750.000 μετοχών του ...... σε δύο δόσεις στην ορισθείσα ως Προτιμώμενο Επενδυτή κινεζική εταιρία ... ή σε θυγατρική του Προτιμώμενου Επενδυτή. Ορίσθηκε επίσης ότι η ολοκλήρωση των συναλλαγών, που προβλέπονται στην παραπάνω Σύμβαση Αγοραπωλησίας Μετοχών, εξαρτάται, μεταξύ άλλων, από τη σύναψη τροποποιητικής Σύμβασης Παραχώρησης και από την προσήκουσα κύρωσή της από τη Βουλή των Ελλήνων. Στο πλαίσιο της Διαδικασίας Αξιοποίησης το Ελληνικό Δημόσιο προσκάλεσε τον ... σε διαπραγματεύσεις, προκειμένου να συνομολογηθούν κατάλληλες τροποποιήσεις της υφιστάμενης Σύμβασης Παραχώρησης, με σκοπό το περιεχόμενό της να εναρμονισθεί προς τη σκοπούμενη μεταβίβαση σε ιδιώτη επενδυτή πλειοψηφικής συμμετοχής στον ..., οι οποίες και τελικά κατέληξαν στην οριστικοποίηση και σύναψη της Σύμβασης Παραχώρησης της 24ης Ιουνίου 2016 μετά των Παραρτημάτων της. Κατά τη διαπραγμάτευση της παραπάνω σύμβασης τα μέρη αναγνώρισαν ότι οι διατάξεις της υφιστάμενης Σύμβασης Παραχώρησης πρέπει να επικαιροποιηθούν, να διευκρινισθούν και να συμπληρωθούν, με σκοπό, μεταξύ άλλων, την ανακατανομή ρόλων, αρμοδιοτήτων και ευθυνών σε σχέση με τη λειτουργία του Λιμένος Πειραιώς μεταξύ του ... και του Ελληνικού Δημοσίου και την κατάργηση ορισμένων προνομίων του ... αναφορικά με τη θέσπιση κανόνων, ώστε να επιτευχθεί εναρμόνιση της Υφιστάμενης Σύμβασης Παραχώρησης με την ανάληψη ελέγχου του ... από ιδιωτικό φορέα εκμετάλλευσης (Βλ. σχετικά περί των παραπάνω στο προοίμιο της Σύμβασης Παραχώρησης της 24ης.6.2016, που έχει περιληφθεί στον κυρωτικό αυτής νόμο 4404/2016, στοιχεία Ε και Ζ, στο στοιχείο Ι της οποίας επίσης αναφέρεται ότι το Ελληνικό Δημόσιο αναγνωρίζει «το δικαίωμα του ... να λειτουργεί κατά τη διεξαγωγή των δραστηριοτήτων του ως εμπορική κερδοσκοπική εταιρία, με την επιφύλαξη των όρων, που παρατίθενται πληρέστερα στην παρούσα Σύμβαση»). Επισημαίνεται ότι με τις παραγράφους 15 και 16 της Αιτιολογικής έκθεσης του Ν. 4404/2016 έχει καταστεί σαφές ότι η μεταβίβαση του ελέγχου της ... σε ιδιώτη επενδυτή είναι νοητή μόνον σε χρόνο κατά τον οποίο η ... θα έχει απολέσει το χαρακτήρα της ως νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου «διφυούς» χαρακτήρα και θα έχει μεταταγεί σε καθεστώς νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου με αμιγή χαρακτήρα επιχειρηματικής εκμετάλλευσης. Η μετάταξη αυτή προϋποθέτει την κατάργηση και αφαίρεση από την ... αρμοδιοτήτων και εξουσιών, τις οποίες εξακολουθεί να ασκεί μέχρι σήμερα και οι οποίες ενέχουν στοιχεία ενάσκησης δημόσιας εξουσίας ή προσιδιάζουν περισσότερο σε δημόσιο πυλώνα της λειτουργίας της πολιτείας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιων εξουσιών αποτελούν ορισμένες ρυθμίσεις, ιδίως του Α.Ν. 1559/1950, με τα οποία είχε εξουσιοδοτηθεί ο ... (τότε υπό τη μορφή του ΝΠΔΔ) να εκδίδει κανονισμούς προς ρύθμιση διαφόρων θεμάτων αρμοδιότητάς του. Δεδομένου ότι η θέση σε ισχύ του συνόλου των διατάξεων του Σχεδίου Κυρωτικού Νόμου αποτελεί αναβλητική αίρεση για τη θέση σε ισχύ της Αναθεωρημένης Σύμβασης Παραχώρησης, από το συνδυασμό των όρων της τελευταίας και της Σύμβασης Αγοραπωλησίας Μετοχών προκύπτει ότι ο υφιστάμενος μηχανισμός διασφαλίζει τη μεταβίβαση σε ιδιώτη επενδυτή πλειοψηφικού πακέτου συμμετοχής στην ... σε χρόνο κατά τον οποίο η παραπάνω θα έχει μετατραπεί σε μία συνήθη ανώνυμη εταιρία με αμιγώς επιχειρηματικό χαρακτήρα. Περαιτέρω, στην ίδια την παραπάνω Σύμβαση, που έχει συμπεριληφθεί στον κυρωτικό αυτής νόμο υπ' αριθ. 4404/2016, ορίσθηκε ότι θα τεθεί σε ισχύ κατά την ημερομηνία πλήρωσης όλων των σε αυτήν ειδικότερα αναφερομένων αναβλητικών αιρέσεων. Εξάλλου στον όρο 1.7 του άρθρου 1 της Σύμβασης αυτής ορίζεται ότι: «Κατά την Ημερομηνία Έναρξης Ισχύος: α)...β) με την επιφύλαξη του άρθρου 1.7 (γ), οποιεσδήποτε διατάξεις νόμων ή κανονισμών, που εφαρμόζονται ειδικά για τον ... και παρέχουν στον ... το δικαίωμα θέσπισης, έκδοσης, εφαρμογής, ή τροποποίησης κανόνων ή κανονισμών, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά, των διατάξεων του Αναγκαστικού Νόμου 1559/1950, όπως εκάστοτε ισχύει, θα θεωρούνται ως ανακληθείσες, καταργηθείσες ή ακυρωθείσες, είτε η εν λόγω ακύρωση επιβεβαιώνεται ρητά από τον Κυρωτικό Νόμο, που προβλέπεται στο άρθρο 1.1 (α) είτε όχι, και γ) έως ότου εκδοθούν αναθεωρημένοι κανονισμοί (συμπεριλαμβανομένων ενδεικτικά κανονισμών τιμολογιακής πολιτικής) σε σχέση με το Λιμένα Πειραιά σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση, μόνο οι ειδικοί κανονισμοί λιμένων, οι κανονισμοί λειτουργίας και οι κανονισμοί τιμολογιακής πολιτικής, που ισχύουν επί του παρόντος και παρατίθενται στο Μέρος II (Διατηρούμενοι Κανονισμοί) του ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ 1.7. (οι Υφιστάμενοι Κανονισμοί ...) θα συνεχίσουν να ισχύουν και θα παραμείνουν σε πλήρη και απόλυτη ισχύ». Επομένως, καθώς ήδη η Αναθεωρημένη Σύμβαση Παραχώρησης έχει τεθεί σε ισχύ και έχει ολοκληρωθεί η πώληση της πλειοψηφίας των μετοχών της ... Α.Ε. σε ιδιώτη, η παραπάνω εταιρία αποτελεί πλέον αποκλειστικά και μόνο ν.π.ι.δ., και δη ιδιωτική κερδοσκοπική ανώνυμη εταιρία, και σε καμία περίπτωση δημόσιο όργανο ή δημόσια αρχή, με αποτέλεσμα η άσκηση από αυτήν οποιασδήποτε διοικητικής αρμοδιότητας να μην είναι συνταγματικά ανεκτή. Για το ίδιο επίσης λόγο οι διατάξεις του Α.Ν. 1599/1950, με τις οποίες είχε εξουσιοδοτηθεί ο ... (τότε Ν.Π.Δ.Δ.) να εκδίδει κανονισμούς προς ρύθμιση διαφόρων θεμάτων αρμοδιότητάς του, θεωρούνται πλέον καταργηθείσες, όπως προβλέπεται στη Σύμβαση Παραχώρησης, μετά την έναρξη ισχύος της, και εκτέθηκε ανωτέρω, αλλά, επιπροσθέτως, και στη διάταξη της παραγράφου 2α του άρθρου 20 του Κυρωτικού αυτής Νόμου υπ'αριθμ. 4404/2016, σύμφωνα με την οποία: «Από την έκδοση του παρόντος νόμου και με την επιφύλαξη διαφορετικής ειδικής ρύθμισής του, ανακαλούνται, καταργούνται ή στερούνται ισχύος: (α) διατάξεις νόμων με ειδική εφαρμογή στην ... και/ή ...... ., υπό τη μορφή της προκατόχου νομικής οντότητας δημοσίου δικαίου (ΝΠΔΔ), στο βαθμό που απονέμουν αρμοδιότητα στο Διοικητικό Συμβούλιο του/της «Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς» να υιοθετεί, να εισάγει, να θεσπίζει, να εκδίδει, να καθιερώνει ή να τροποποιεί κανονιστικές διατάξεις και κανονισμούς λειτουργίας, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των διατάξεων του άρθρου 4 και του άρθρου 21 παρ. 2 του Α.Ν.1559/1950, όπως ισχύει...», το οποίο επαναλαμβάνεται και στο άρθρο 5 παρ. 1 α του Παραρτήματος I, 1.1. (α) της Σύμβασης αυτής. Συνεπώς, πέραν των κανονισμών, που παρατίθενται στο Μέρος II του ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ 1.7. της ανωτέρω Σύμβασης Παραχώρησης, οι οποίοι, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν, θα συνεχίσουν να ισχύουν μέχρι την έκδοση αναθεωρημένων κανονισμών σε σχέση με τον Λιμένα Πειραιώς, κάθε άλλος κανονισμός, που εκδόθηκε από τον .... κατά το παρελθόν, σε εκτέλεση της παρασχεθείσας προς αυτόν νομοθετικής εξουσιοδότησης από τον επίσης καταργηθέντα Α.Ν.1559/1950, παύει να ισχύει από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της εν λόγω Σύμβασης. Επομένως, από τη θέση σε ισχύ της Αναθεωρημένης Σύμβασης Παραχώρησης θεωρείται ότι καταργήθηκε και ο εγκριθείς με την υπ' αριθ. 45057/11/72 κοινή Υπουργική Απόφαση Κανονισμός Οικονομικής Διαχείρισης του ...., όπως ίσχυε κατά το χρόνο της κατάργησής του, εφόσον δεν περιλαμβάνεται στους ειδικά αναφερομένους στο Παράρτημα της ανωτέρω Σύμβασης κανονισμούς, οι οποίοι ορίζεται ότι διατηρούνται σε ισχύ και μετά την έναρξη της ισχύος της, στη διάταξη του άρθρου 19 παρ. 6 του οποίου προβλεπόταν ότι «προκειμένου περί δικαιωμάτων παραβολής, προσορμίσεως, επισκευής και αργίας...εάν το εκπλειστηριαζόμενο πράγμα είναι πλοίο, ο ... κατατάσσεται προνομιακώς κατά την εν άρθρω 205 εδαφ. α΄ του ΚΙΝΔ οριζομένην τάξιν, ως βαρύνοντα και παρακολουθούντα το πλοίο», με αποτέλεσμα τα δικαιώματα της ήδη ... Α.Ε. για την προσόρμιση, παραβολή, πρυμνοδέτηση, ελλιμενισμό κλπ. που βαρύνουν το πλοίο, να αποτελούν απαιτήσεις που δεν απολαμβάνουν πλέον του προνομίου κατάταξης του άρθρου 205 περ. α΄ του ΚΙΝΔ στη διανομή του πλειστηριάσματος (Βλ. ΜονΕΠ 711/2019, δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα Εφετείου Πειραιώς). Στην προκειμένη περίπτωση με τον μοναδικό λόγο της ανακοπής της η ανακόπτουσα, επικαλούμενη ότι οι απαιτήσεις της αφορούν σε δικαιώματα παραβολής του πλειστηριασθέντος πλοίου σε ιδιωτικά ναυπηγεία κατά το χρονικό διάστημα από 01.12.2013 έως 17.08.2018, για τα οποία εκδόθηκαν τα τιμολόγια που επισυνάπτονται στο δικόγραφο, προβάλει την αιτίαση ότι με τον προσβαλλόμενο πίνακα ο υπάλληλος του πλειστηριασμού εσφαλμένα δεν κατέταξε τις απαιτήσεις της, οι οποίες εντάσσονται στην πρώτη τάξη προνομίων του άρθρου 205 ΚΙΝΔ. Με αυτό το περιεχόμενο, ο λόγος αυτός της ανακοπής είναι μη νόμιμος και απορριπτέος, καθώς, ανεξάρτητα από τον χρόνο γένεσης των απαιτήσεων της ανακόπτουσας, εφόσον κατά τον κρίσιμο χρόνο σύνταξης του προσβαλλόμενου πίνακα (23.11.2018) έχει τεθεί σε ισχύ η Αναθεωρημένη Σύμβαση Παραχώρησης μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και ... της 24ης.6.2016, έχει εκδοθεί ο κυρωτικός αυτής νόμος (υπ' αριθ. 4404/2016), αλλά ολοκληρώθηκε και η σύμβαση αγοραπωλησίας της πλειοψηφίας των μετοχών του .... σε ιδιώτη επενδυτή, οι απαιτήσεις της ανακόπτουσας, που δεν αποτελεί πλέον νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου «διφυούς χαρακτήρα», αλλά ιδιωτική κερδοσκοπική ανώνυμη εταιρία με αμιγή χαρακτήρα επιχειρηματικής εκμετάλλευσης, από την παροχή λιμενικών υπηρεσιών, όπως είναι και οι αναγγελλόμενες απαιτήσεις, δεν απολαμβάνουν πλέον του προβλεπομένου στη διάταξη του άρθρου 205 περ. α' ΚΙΝΔ προνομίου κατάταξης κατά τη διανομή του πλειστηριάσματος του πλοίου, ως δικαιώματα που βαρύνουν το πλοίο, όπως ειδικότερα προβλεπόταν με το άρθρο 19 παρ. 6 του Κανονισμού Οικονομικής Διαχείρισης του ..., ο οποίος εκδόθηκε σε εκτέλεση της παρασχεθείσας στον ..., υπό την τότε μορφή του ν.π.δ.δ., νομοθετικής εξουσιοδότησης με τις διατάξεις των άρθρων 14 και 21 παρ. 2 του Α.Ν. 1559/1950 να εκδίδει κανονισμούς προς ρύθμιση διαφόρων θεμάτων αρμοδιότητάς του με ισχύ ουσιαστικού νόμου, και εγκρίθηκε με την υπό στοιχεία 45057/11/1973 Κοινή Υπουργική Απόφαση, διότι ήδη ο παραπάνω Αναγκαστικός Νόμος και ο εκδοθείς βάσει αυτού Κανονισμός θα πρέπει να θεωρηθούν καταργηθέντες με την Αναθεωρημένη Σύμβαση Παραχώρησης και τον κυρωτικό αυτής νόμο, καθώς δεν συνάδουν με την περιέλευση του ελέγχου της ... Α.Ε. σε ιδιωτικό οικονομικό φορέα εκμετάλλευσης, αλλά προσιδιάζουν περισσότερο στο δημόσιο πυλώνα της λειτουργίας της πολιτείας, σύμφωνα με όσα διαλαμβάνονται στη νομική σκέψη που παρατέθηκε αμέσως παραπάνω.

Κατόπιν τούτων, πρέπει η κρινόμενη ανακοπή να απορριφθεί. Περαιτέρω, πρέπει η ανακόπτουσα λόγω της ήττας της να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα των παρασταθέντων καθ' ων η ανακοπή (άρθρα 176, 191 παρ. 2, 591 παρ. 1 εδ. α' ΚΠολΔ), σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό, κατά παραδοχή του σχετικού αιτήματος που υποβλήθηκε από αυτούς με τις προτάσεις τους. Τέλος, παράβολο ανακοπής ερημοδικίας ως προς τους ερημοδικασθέντες διαδίκους δεν ορίζεται, διότι σε δίκες περί την εκτέλεση δεν επιτρέπεται η άσκηση ανακοπής ερημοδικίας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 937 παρ. 1 περ. β' και 979 παρ. 2 ΚΠολΔ.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην του δεύτερου και της τρίτης των καθ' ων η ανακοπή και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την ανακοπή.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την ανακόπτουσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του πρώτου και της τέταρτης των καθ' ων η ανακοπή, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ για κάθε διάδικο.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του την 21.02.2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων, των πληρεξούσιων δικηγόρων τους και της δικαστικής πληρεξούσιας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ